Tuesday 13 July 2010

Μακεδονία: ταυτότητες, γλώσσες και σαλάτες

[Με αφορμή μια δημοσίευση περί «μακεδονικής γλώσσας».]



Μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913), το Βασίλειο της Ελλάδας ενσωμάτωσε το σημερινό γεωγραφικό διαμέρισμα της Μακεδονίας. Ένα τμήμα του πληθυσμού μίλαγε σλαβικές διαλέκτους (βουλγαρικές και σερβικές), παράλληλα με την ελληνική γλώσσα. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τη Συνθήκη των Σεβρών (1920), η Ελλάδα εξέδωσε το 1925 ένα αναγνωστικό για τα παιδιά των σλαβόφωνων της χώρας («Abecedar», αλφαβητάριο), το οποίο «τυπώθηκε σε λατινικούς χαρακτήρες και συντάχθηκε στη μακεδονική διάλεκτο». Ο όρος «μακεδονική» και η χρήση του λατινικού αντί του κυριλλικού αλφαβήτου, έγινε για να μετριαστεί η επιρροή που προσπαθούσαν να ασκήσουν η Σερβία και η Βουλγαρία σε ορισμένες κοινότητες, ώστε να στηρίξουν μελλοντικές εδαφικές διεκδικήσεις. Υπήρξαν αντιδράσεις εναντίον της Ελλάδας από τις τελευταίες, τόσο στην Κοινωνία των Εθνών (προπομπός του ΟΗΕ), όσο και στις τοπικές σλαβόφωνες κοινωνίες που μοιράστηκε πειραματικά. Το εγχείρημα έληξε άδοξα, ένα χρόνο μετά.

Οι συνθήκες της εποχής γίνονται αντιληπτές μόνο όταν εξεταστούν τα πραγματικά γεγονότα που οδήγησαν σταδιακά στη σημερινή κατάσταση. Το 1884, πριν τεθεί οποιουδήποτε είδους μακεδονικό ζήτημα, ο πρόξενος της Ελλάδας στην οθωμανική Θεσσαλονίκη υπέβαλλε μια αναφορά στο Υπουργείο Εξωτερικών. Η Αθήνα εξέταζε την προοπτική απελευθέρωσης εδαφών με συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς και βασισμένος στις οθωμανικές απογραφές, ο πρόξενος καταγράφει στη σημερινή ελληνική Μακεδονία 1.073.000 Έλληνες, 565.000 Τούρκους, 215.000 Βούλγαρους, 85.000 Εβραίους και 16.000 Βλάχους (ποσοστό Ελλήνων 55%).

Ο βλαχικής καταγωγής Βούλγαρος Χρήστο Τατάρτσεφ, γράφει στα απομνημονεύματά του πως ο σκοπός της «Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης» (1893), ήταν «η αυτονομία της Μακεδονίας, με την προτεραιότητα του βουλγαρικού στοιχείου», καθώς η θέση για απευθείας ενσωμάτωση στη Βουλγαρία «θα συναντούσε μεγάλες δυσκολίες» από τις Μεγάλες Δυνάμεις και τις γειτονικές χώρες. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο Ιβάν Χατζηνικόλωφ γράφει στα δικά του απομνημονεύματα πως «η επαναστατική οργάνωση πρέπει να εγκαθιδρυθεί στη Μακεδονία και να δρα εκεί, ώστε οι Έλληνες και οι Σέρβοι να μη μπορούν να τη χαρακτηρίσουν εργαλείο της βουλγαρικής κυβέρνησης», ενώ «ελευθερωμένη, η Μακεδονία αντιπροσωπεύει μια δεύτερη Βουλγαρία». Ακόμη ένας ιδρυτής της οργάνωσης, ο Ντάμε Γκρούεφ, έγραψε πως «το καταστατικό βασίστηκε πάνω στο μοντέλο της Βουλγαρικής Επαναστατικής Οργάνωσης, πριν την Απελευθέρωση (της Βουλγαρίας)». Σημειώνεται πως όλοι, πλην Χατζηνικόλωφ, παρακολουθούσαν το Βουλγαρικό Γυμνάσιο Αρρένων της Θεσσαλονίκης.

Το 1896 το ανεπίσημο όνομα της οργάνωσης αλλάζει σε «Βουλγαρικές Μακεδονικές-Ανδριανουπολίτικες Επαναστατικές Επιτροπές» (ως Ανδριανούπολη, εννοείται η ευρύτερη περιοχή της Θράκης μοιρασμένη μεταξύ Ελλάδας-Βουλγαρίας-Τουρκίας σήμερα, υπό οθωμανική κατοχή τότε). Στο άρθρο 3 του γραμμένου στα βουλγαρικά καταστατικού, δηλώνεται ξεκάθαρα πως μέλος της οργάνωσης «μπορεί να είναι κάθε Βούλγαρος». Τα ονόματα που υιοθέτησε μετέπειτα η ίδια οργάνωση, είναι «Μυστική Μακεδονική-Ανδριανουπολίτικη Επανασταστική Οργάνωση» (1902), «Εσωτερική Μακεδονική-Ανδριανουπολίτικη Επαναστατική Οργάνωση» (1905) και τέλος, η γνωστή ως «Βε-Με-ΡΟ» «Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση» (1920). Ο σημερινός πολιτικός σχηματισμός του «εθνικά Μακεδόνα» πρωθυπουργού Νίκολα Γκρουέφσκι (του οποίου ο παππούς αγωνίστηκε και έπεσε υπέρ της Ελλάδας), είναι το νέο «Βε-Με-ΡΟ» («Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση - Δημοκρατικό Κόμμα για τη Μακεδονική Εθνική Ενότητα»).

Η εξέγερση του Ίλιντεν (Αύγουστος 1903, παίρνει το όνομά της από τον εορτασμό του Προφήτη Ηλία), θεωρείται ιστορικός σταθμός, για τον οποίο η Βουλγαρία προετοιμαζόταν επί μία δεκαετία (αποτελεί επίσης «εθνική γιορτή» των «εθνικά Μακεδόνων»). Ξέσπασαν αναταραχές σε διάφορα σημεία στα βιλαέτια Μακεδονίας και Ανδριανούπολης, με στόχο την απόσπαση εδαφών από τους Οθωμανούς. Την ευθύνη είχε η «Μυστική Μακεδονική-Ανδριανουπολίτικη Επαναστατική Οργάνωση», η οποία στο - γραμμένο στα βουλγαρικά - καταστατικό της, δήλωνε ως στόχο την «ένωση» των «δυσαρεστημένων στοιχείων» σε Μακεδονία και Ανδριανούπολη, «ανεξαρτήτως εθνικότητας», με στόχο την «αυτονομία των δύο περιοχών», ενώ δεχόταν ως μέλος της «κάθε Μακεδόνα ή Ανδριανουπολίτη». Είναι φανερό πως λόγω της εθνοτικής σύστασης των περιοχών, οι όροι έχουν αποκλειστικά γεωγραφική χροιά. Αν η αυτονομία ήταν ο πρώτος σταθμός, ο προορισμός ήταν ένας: ο Γκότσε Ντέλτσεφ, εθνικός ήρωας των Βούλγαρων και των «εθνικά Μακεδόνων», ξεκαθάρισε το 1901 πως «πρέπει να παλέψουμε για την αυτονομία της Μακεδονίας και της Ανδριανούπολης, ως στάδιο για τη μελλοντική ενσωμάτωσή τους στην κοινή μας πατρίδα (tatkovina), τη Βουλγαρία».

Το όνειρο του Ντέλτσεφ για μια βουλγαρική Μακεδονία, δεν πραγματοποιήθηκε. Οι εξεγέρσεις καταπνίγηκαν και οι εκκλήσεις των επαναστατημένων προς τη Βουλγαρία για τις απειλές που δέχεται «η παν-Βουλγαρική πατρίδα», αν δεν έστελναν στρατιωτικές ενισχύσεις, δεν εισακούστηκαν. Ελλάδα, Σερβία και Ρουμανία, έστειλαν τελεσίγραφα και απείλησαν πως θα υποστηρίξουν τους Οθωμανούς, σε περίπτωση κλιμάκωσης από τη Βουλγαρία. Η είσοδος των Νεότουρκων στην πολιτική σκηνή, δεν άφησε πολλά περιθώρια. Τελικά, η Ελλάδα ενσωμάτωσε το 1913 το μεγαλύτερο τμήμα της ιστορικής Μακεδονίας (τα βιλαέτια Θεσσαλονίκης, Μοναστηρίου και Κοσόβου, όριζαν διαφορετικά γεωγραφικά όρια για τη «Μακεδονία», κατά την οθωμανική αντίληψη), ενώ η ευρύτερη περιοχή των Σκοπίων εντάχθηκε στο Βασίλειο της Σερβίας και μετέπειτα της Γιουγκοσλαβίας. Δεν είναι τυχαίο ότι Σερβία και Ελλάδα βρέθηκαν στο ίδιο στρατόπεδο στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918), εν αντιθέσει με τη Βουλγαρία, η οποία είχε πάντα βλέψεις για την περιοχή (στις 22 Ιουλίου 1943, εκατοντάδες χιλιάδες Αθηναίοι διαδήλωσαν εναντίον της απόφασης του Χίτλερ να παραχωρήσει στη Βουλγαρία ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα, ως τον Αξιό).

Την επόμενη εικοσαετία, το ζήτημα περιπλέκεται. Οι Σλάβοι του Βορρά στη Σοβιετική Ένωση, είχαν έντονο ενδιαφέρον για τους Σλάβους του Νότου σε Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία. Όπως φαίνεται σε απόρρητα έγγραφα που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα (1, 2), το 1946 ο Στάλιν ζήταγε από τη Βουλγαρία «πολιτιστική αυτονομία στη Μακεδονία του Πιρίν» (το τμήμα της οθωμανικής περιοχής της Μακεδονίας, που ενσωματώθηκε στη Βουλγαρία), κατά το παράδειγμα του «ευέλικτου» Τίτο στη Γιουγκοσλαβία. Ξεκαθάριζε πως «η αυτονομία θα είναι το πρώτο βήμα προς την ενοποίηση της Μακεδονίας». Το γεγονός ότι «η μακεδονική συνείδηση δεν έχει αναπτυχθεί ακόμη στον πληθυσμό» δεν σήμαινε κάτι, αφού «ούτε στη Λευκορωσία υπήρχε τέτοια συνείδηση» όταν την ανακήρυξαν Σοβιετική Δημοκρατία. Από την άλλη πλευρά, ο Κρίστε Τσερβενκόφσκι (πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής της «Ένωσης Κομμουνιστών της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας»), έλεγε το 1967 στον Τοντόρ Ζίβκοφ (Πρώτο Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Βουλγαρίας) πως η ύπαρξη βουλγαρικής συνείδησης στη χώρα του, αποτελεί ιστορική κληρονομιά, αλλά «δεν μπορούμε να γράψουμε πως μέχρι το 1940 είμασταν Βούλγαροι και μετά το 1940 Μακεδόνες». Kωμικοτραγικά περιστατικά υπήρχαν και κατά την επεξεργασία των επιτροπών για την κωδικοποίηση της «μακεδονικής γλώσσας» μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου οι σερβίζοντες και οι βουλγαρίζοντες υποψήφιοι «εθνικά Μακεδόνες», διαφωνούσαν συνεχώς.

Στις μέρες μας, ο Γκέλε (Βαγγέλης) από τη Φλώρινα λέει: «μιλάω μακεδονίτικα, αλλά είμαι Έλληνας». Μιλάει μία από τις σλαβικές διαλέκτους της Μακεδονίας και γνωρίζει από πρώτο χέρι πως «διαφέρει η γλώσσα που μιλάμε εμείς από τη γλώσσα που μιλάνε στα Σκόπια», γιατί «εκεί έχουν μέσα και πολλά τουρκικά στοιχεία και πολλά σερβικά». O παππούς του «πότε έλεγε ότι είναι Έλληνας πότε έλεγε ότι είναι Μακεδόνας, αλλά δεν ήταν σε σύγκρουση αυτά τα δύο». Χαρακτηρίζει «ακραίους» όσους «λένε ότι είμαστε μόνο Μακεδόνες». Άλλοι κάτοικοι της Φλώρινας ξεκαθαρίζουν πως έχουν «ένα γλωσσικό ιδίωμα, τα ντόπια, που εκτός από ελληνικά περιλαμβάνει και λέξεις ξένων γλωσσών», για το οποίο «γίνεται μια μεγάλη προπαγάνδα από διάφορους καιροσκόπους».

Η προπαγάνδα στην άλλη πλευρά των συνόρων έχει πολλές μορφές. Σε βίντεο που μεταδίδεται στην κρατική τηλεόραση, ο Θεός αποκαλύπτει στους γείτονες πως έστειλε τρεις φυλές στη γη τους (όλον τον πλανήτη Γη), τη Μακεδονία: τη μακεδονοειδή (λευκή), τη μογγολοειδή (κίτρινη) και τη νεγροειδή (μαύρη). Όλα άρχισαν από τους Μακεδόνες, συνεχίζουν οι αποκαλύψεις, οι οποίοι υποφέρουν από την αρχαιότητα ακόμη. Ο πρωθυπουργός Νίκολα Γκρουέφσκι καταθέτει στεφάνι στο μνημείο του εθνικού του ήρωα Γκότσε Ντέλτσεφ (ο οποίος έλεγε πως ήταν Βούλγαρος και αγωνιζόταν για ενσωμάτωση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία), μπροστά από χάρτη της λεγόμενης «Μεγάλης Μακεδονίας». Σε έγγραφα του 2009 που διακινεί το Υπουργείο Εξωτερικών υπό τον Αντόνιο Μιλόσοσκι, οι «εθνικά Μακεδόνες» στην Ελλάδα υπολογίζονται σε 700.000 (!), με υπερπενταπλασιασμό των... Βούλγαρων και των σλαβόφωνων Ελλήνων μέσα σε λιγότερο από έναν αιώνα. Περιέργως, η υπεργεννητικότητα δεν φαίνεται να μεταφράζεται σε ψήφους προς το «κόμμα των εθνικά Μακεδόνων στην Ελλάδα», το «Ουράνιο Τόξο». Δεν το προτίμησαν ούτε 5.000 πολίτες, με τους περισσότερους να το επιλέγουν κατά τύχη (επειδή τους άρεσε το όνομα), λόγω σεξουαλικής προτίμησης (ΛΟΑΤ, rainbow flag) ή από άγνοια. Τουλάχιστον ο εκπρόσωπός του δηλώνει «δεν δεχόμαστε τις αντιλήψεις που λένε ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ήταν αρχαίοι Έλληνες», κάτι που μάλλον ενοχλεί τους «επιστήμονες» της «Μακεδονικής Ακαδημίας». Δεν πάνε πίσω και οι «εθνικά Μακεδόνες» της διασποράς, που θέλουν «να ασκήσουν το ανθρώπινο δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού». Υψηλόβαθμα στελέχη της «Ενωμένης Μακεδονικής Διασποράς», δηλώνουν πως «υπάρχει μόνο ένας Μακεδόνας, ο εθνικά Μακεδόνας». Οι λοιπές εθνότητες που έτυχε να ζουν στη Μακεδονία, απλά... βρέθηκαν εκεί, καθώς «ο όρος Μακεδόνας είναι εθνοτικός, όχι γεωγραφικός». Διαβεβαιώνουν πως αυτό «πιστεύουν και υποστηρίζουν» όλοι στα ανώτερα κλιμάκια της οργάνωσης, δηλαδή την «εθνική ενοποίηση όλων των Μακεδόνων», αφού «υπάρχει μόνο μια Μακεδονία, η διαιρεμένη» (αντίγραφα 1, 2).

Με βάση τα δεδομένα, η επίκληση του «αυτοπροσδιορισμού» δεν είναι παρά ένα λεκτικό σχήμα που αποπροσανατολίζει. Δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού και προστασίας της ταυτότητάς τους (σύμφωνα με τον ΟΗΕ), έχουν και οι υπόλοιποι πληθυσμοί που ζουν στην - κατά την οθωμανική γεωγραφική αντίληψη - Μακεδονία. Το ίδιο δικαίωμα: όχι λιγότερο. Δεν είναι πιο «βαριά» η «εθνική» από την πολιτισμική ταυτότητα. Δεν είναι δυνατό τα ίδια άτομα που καταφέρονται εναντίον των εθνών και τα χαρακτηρίζουν «ξεπερασμένα», να ζητάνε για κάποιους να είναι αποκλειστικά «εθνικά Μακεδόνες». Γιατί ξαφνικά το 1/4 του πληθυσμού μιας περιοχής, που ζει στο 1/3 της έκτασής της, πρέπει να «αυτοπροσδιορίζεται» («Μακεδόνες» σκέτο) και τα υπόλοιπα 3/4 να ετεροπροσδιορίζονται (κάτι-άλλο-Μακεδόνες); Το Βέλγιο δεν ονομάζεται ούτε Φλαμανδία, ούτε Βαλλονία. Κι όμως, η γειτονική μας χώρα έχει αντίστοιχα ποσοστά με το Βέλγιο, για τις δύο κυρίαρχες πληθυσμιακές ομάδες, αλλά θέλει να είναι μόνο η «Μακεδονία», με τους «Μακεδόνες». Γιατί οι «ευαίσθητοι» υπέρμαχοι του «αυτοπροσδιορισμού», δεν μιλάνε για τα δικαιώματα των Αλβανών; Το 25% ενός κράτους, δεν μπορεί να είναι «μειονότητα», αλλά συνιστώσα.

Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, να γνωρίζουμε σε βάθος τα ζητήματα και να τεκμηριώνουμε τους ισχυρισμούς μας. Η αμάθεια, η ημιμάθεια, η προπαγάνδα και η μόδα της δήθεν «αιρετικότητας» στο σχολιασμό, μόνο επιβαρύνουν την εννοιολογική σύγχυση που είναι τόσο βολική για κάποιους. Η έλλειψη στρατιωτικής και οικονομικής ισχύος από την πλευρά των γειτόνων, δεν αποτελεί σοβαρό επιχείρημα για την αλλαγή στάσης από την πλευρά μας. Το παράδειγμα του Κοσόβου, είναι αρκετό. Η ιστορία δεν εξαντλείται στα βιολογικά όρια ολίγων γενεών και κανείς δεν πρέπει να υποθηκεύσει το μέλλον της Ελλάδας, κατασκευάζοντας τη δημόσια εικόνα του.